Cathedral of St. John the Divine
Ο καθεδρικός ναός του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου (Cathedral of St. John the Divine), είναι ο καθεδρικός ναός της Επισκοπής της Νέας Υόρκης.
Βρίσκεται στην Amsterdam Avenue μεταξύ West 110th Street και 113th Street στη γειτονιά Morningside Heights του Manhattan.
Ο καθεδρικός ναός συναγωνίζεται με τον καθεδρικό ναό του Λίβερπουλ για τον τίτλο του μεγαλύτερου Αγγλικανικού καθεδρικού ναού και εκκλησίας. Είναι επίσης η τέταρτη μεγαλύτερη χριστιανική εκκλησία στον κόσμο. Το εσωτερικό καλύπτει 11.200 τ.μ., που εκτείνονται σε μήκος 183,2 μέτρα και ύψος 70,7 μέτρα. Το εσωτερικό ύψος του κυρίως ναού είναι 37,8 μέτρα.
Ο καθεδρικός ναός, που σχεδιάστηκε το 1888 και ξεκίνησε το 1892, έχει υποστεί ριζικές στιλιστικές αλλαγές και δύο διακοπές κατά τη διάρκεια των δύο Παγκοσμίων Πολέμων. Αρχικά είχε σχεδιαστεί σε Βυζαντινό-Ρωμανικό στυλ αναβίωσης, το σχέδιο όμως άλλαξε μετά το 1909, σε ένα σχέδιο γοτθικής αναβίωσης.
Μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά στις 18 Δεκεμβρίου του 2001, έμεινε κλειστός για επισκευές και άνοιξε εκ νέου τον Νοέμβριο του 2008. Παραμένει ημιτελής, με την κατασκευή και την αποκατάσταση σε μία συνεχή διαδικασία. Ως εκ τούτου, συχνά του αποδίδετε το παρατσούκλι “Άγιος Ιωάννης ο ημιτελής”.
Ιστορία του Cathedral of St. John the Divine
Το 1887 ο Επίσκοπος Henry Codman Potter της Επισκοπής της Νέας Υόρκης ζήτησε έναν καθεδρικό ναό για να ανταγωνιστεί τον καθεδρικό ναό της του Αγίου Πατρικίου στο Manhattan. Μία 46 στρεμμάτων ιδιοκτησία, στην οποία υπήρχαν τα ορφανοτροφεία Leake και Watts, αγοράστηκε με σκοπό την κατασκευή του καθεδρικού ναού το 1891. Μετά από ανοιχτό διαγωνισμό, ένα σχέδιο από την εταιρεία της Νέας Υόρκης, George Lewis Heins και C. Grant Lafarge σε Βυζαντινό-Ρωμανικό στυλ έγινε αποδεκτό την επόμενη χρονιά.
Οι κατασκευές για το καθεδρικό ναό ξεκίνησαν με την τοποθέτηση του ακρογωνιαίου λίθου στις 27 Δεκεμβρίου 1892, ημέρα του Αγίου Ιωάννου, όταν ο Επίσκοπος Henry Potter χτύπησε μία πέτρα τρεις φορές με ένα σφυρί. Τα θεμέλια ολοκληρώθηκαν με δυσβάστακτο κόστος, επειδή το βραχώδες υπόστρωμα δεν είχε τρυπηθεί μέχρι που η ανασκαφή έφτασε στα 22 μέτρα.
Τα τείχη που χτίστηκαν γύρω από οκτώ συμπαγείς, 130 τόνων και 15 μέτρων, κίονες από γρανίτη, που προέρχονταν από το Vinalhaven του Maine λέγεται ότι ήταν τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Οι κίονες, που μεταφέρθηκαν στη Νέα Υόρκη σε μια ειδικά κατασκευασμένη φορτηγίδα που ελκόταν από το μεγάλο ρυμουλκό ατμού, τοClara Clarita, χρειάστηκαν περισσότερο από ένα χρόνο για την εγκατάσταση τους.
Οι πρώτες λειτουργίες διεξήχθησαν στην κρύπτη, κάτω από τη διέλευση το 1899. Οι αδελφοί Ardolinoαπό το Torre di Nocelli της Ιταλίας, έκαναν ένα μεγάλο μέρος του έργου λιθοτεχνίας στα αγάλματα που σχεδιάστηκαν από την Άγγλο γλύπτη John Angel. Έπειτα από την ολοκλήρωση του μεγάλου κεντρικού τρούλου, με πλακάκια Guastavino, το 1909, ο αρχικός Βυζαντινό-Ρωμανικός σχεδιασμός άλλαξε σε γοτθικό στυλ.
Η αύξηση των τριβών, μετά τον πρόωρο θάνατο του Heins το 1907 οδήγησε τελικά τους επιτρόπους να απορρίψουν τον επιζών αρχιτέκτονα, Christopher Grant LaFarge, και να προσλάβουν τον αξιοσημείωτο αρχιτέκτονα, γοτθικής αναβίωσης, Ralph Adams Cram να σχεδιάσει τον κυρίως ναό και να “γοτθικοποιήσει” αυτά που ο Lafarge είχε ήδη κατασκευάσει. Το 1911, η περιοχή των καθισμάτων και η διέλευση άνοιξαν, και το 1916 άρχισε η ανασκαφή των θεμελίων για τον κυρίως ναό του Cram.
Το 1925 η πρώτη πέτρα του κυρίως ναού τοποθετήθηκε και η δυτική πρόσοψη ολοκληρώθηκε. Ο Επίσκοπος William T. Manning ανακοίνωσε μία εκστρατεία για να συγκεντρώσει ένα κεφάλαιο 10.000.000 δολαρίων για το έργο σε μια μεγάλη συνέντευξη τύπου.
Η επιτροπή της εκστρατείας της Νέας Υόρκης είχε επικεφαλής τον Franklin D. Roosevelt. Οι εργασίες στην εκκλησία κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης προχωρούσαν κανονικά, ως αποτέλεσμα των χρημάτων που είχαν μαζευτεί από αυτήν την καμπάνια.
Το πρώτο άνοιγμα
Ο καθεδρικός ναός άνοιξε, πριν ολοκληρωθεί, για πρώτη φορά στις 30 Νοεμβρίου του 1941, μια εβδομάδα πριν από τον βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ. Η κατασκευή στη συνέχεια διακόπηκε, επειδή ο τότε Επίσκοπος θεώρησε ότι τα κεφάλαια της εκκλησίας θα καλύτερο να δαπανηθούν για έργα φιλανθρωπίας, και επειδή η μετέπειτα συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχε περιορίσει σε μεγάλο βαθμό το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό.
Αν και ο Cram σκόπευε να διαλύσει το θόλο και να κατασκευάσει ένα τεράστιο γοτθικό πύργο στη θέση του, το σχέδιο αυτό ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Το αποτέλεσμα ήταν ο καθεδρικός ναός να αντικατοπτρίζει ένα μείγμα αρχιτεκτονικών ρυθμών, με ένα γοτθικό κεντρικό ναό, μια ρωμανική διάβαση κάτω από το θόλο, παρεκκλήσια σε γαλλικό, αγγλικό και ισπανικό γοτθικό στυλ, καθώς και νορμανδικό και βυζαντινό. Οι γοτθικοί πάγκοι του καθιστικού και οι ρωμαϊκές καμάρες και κολώνες χώριζαν τον υψηλό βωμό με το πίσω μέρος του.
Ο Αιδεσιμότατος James Parks Morton, ο οποίος έγινε κοσμήτορας του καθεδρικού ναού το 1972, προώθησε τα σχέδια για να μπορέσει να γίνει “ένας ιερός τόπος για ολόκληρη την πόλη” και ενθάρρυνε μια αναγέννηση στην κατασκευή του καθεδρικού ναού.
Το 1979 ο τότε επίσκοπος, Right Reverend Paul Moore, Jr, αποφάσισε ότι η κατασκευή θα έπρεπε να συνεχιστεί, εν μέρει για να διατηρήσει τη βιομηχανία της πέτρας και να καταρτίσει τους νέους της γειτονιάς, παρέχοντάς τους έτσι μια πολύτιμη δεξιότητα.
Το 1979, ο Δήμαρχος Ed Koch είπε χαριτολογώντας στην τελετή των εγκαινίων: “Μου λένε ότι μερικοί από τους μεγάλους καθεδρικούς ναούς πήρε πάνω από πεντακόσια χρόνια για να κατασκευαστούν. θα ήθελα όμως να σας υπενθυμίσω ότι είμαστε μόνο στα πρώτα εκατό χρόνια μας”.
Η κατασκευή του νότιου πύργου συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια στη δεκαετία του 1980, στη διάρκεια της οποίας προτάθηκαν άλλα 15 μέτρα στο ύψος, από ασβεστόλιθο και όχι από γρανίτη όπως της αρχικής κατασκευής. Μετά την εγκατάλειψη αυτής της πρωτοβουλίας, η σκαλωσιά που είχε στηθεί γύρω από το νότιο πύργο παρέμεινε και σκούριαζε μέχρι να αφαιρεθεί το καλοκαίρι του 2007.
Υπό τους κύριους χαράκτες πέτρας Simon Verity και Jean Claude Marchionni, οι εργασίες για τα αγάλματα της κεντρικής πύλης της δυτικής πρόσοψης του καθεδρικού ναού ολοκληρώθηκαν το 1997.
Ο καθεδρικός ναός δεν είδε καμία περαιτέρω κατασκευή και η νέα γενιά των εκπαιδευμένων χαρακτών πέτρας πήγε σε άλλα έργα. Στις 18 Δεκεμβρίου 2001, μια σημαντική πυρκαγιά κατέστρεψε τον βόρειο κύριο ναό και κάλυψε το εκκλησιαστικό όργανο με αιθάλη.
Οι μεγάλες δυτικές πόρτες του Cathedral of St. John the Divine
Οι μεγάλες δυτικές πόρτες στην Amsterdam Avenue σχεδιάστηκαν μεταξύ του 1927 και 1931 από το σχεδιαστή Henry Wilson. Οι χάλκινες πόρτες εγκαταστάθηκαν το 1936. Η αλληλουχία των 48 ανάγλυφων πάνελ παρουσιάζει σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και την Αποκάλυψη.
Στη διάρκεια της ζωής του, ο Henry Wilson παρήγαγε μόνο τέσσερα σύνολα μπρούτζινες πόρτες: για την Εκκλησία της Αγίας Μαρίας στο Nottingham, το εκκλησάκι στο Welbeck Abbey, το Salada Tea Company στη Βοστόνη και αυτές για τον καθεδρικό ναό. Αυτές ήταν και οι τελευταίες από τις τέσσερις αναθέσεις σε μια μνημειακή κλίμακα, μετρώντας περίπου 5,5 επί 3,6 μέτρα.
Ήρθαν στο τέλος της ζωής του Henry Wilson και ήταν το αποκορύφωμα της καριέρας του. Πέθανε λίγο αργότερα στο Μεντόν της Γαλλίας, το 1934.
21ος αιώνας
Το 2001 το στηθαίο της χορωδίας ολοκληρώθηκε με την προσθήκη ενός γλυπτού από τον Chris Pelletierri που απεικόνιζε μια ομάδα τεσσάρων φιγούρων: Martin Luther King, Albert Einstein, Susan B. Anthony και Mohandas Gandhi.
Το στηθαίο εγκαταστάθηκε αρχικά το 1922 με είκοσι κόγχες για αγάλματα των πνευματικών ηρώων των είκοσι αιώνων από τη γέννηση του Χριστιανισμού. Εκπροσωπώντας τον 17ο, 18ο και 19ο αιώνα βρίσκονται τα αγάλματα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, Τζορτζ Ουάσιγκτον και Αβραάμ Λίνκολν. Η θέση για τον 20ο αιώνα παρέμεινε κενή μέχρι που ο αιώνας ολοκληρώθηκε.
Το πρωί της 18 Δεκεμβρίου 2001, μια πυρκαγιά σάρωσε τo ημιτελή βόρειο εγκάρσιο κλίτος, καταστρέφοντας το κατάστημα με είδη δώρων και για ένα χρονικό διάστημα απείλησε το ιερό του ίδιου του καθεδρικού ναού. Προσωρινά σίγησε το εκκλησιαστικό όργανο Aeolian-Skinner.
Παρά το γεγονός ότι το όργανο δεν είχε καταστραφεί, όλοι οι σωλήνες και άλλα μέρη έπρεπε να αφαιρεθούν, να καθαριστούν και να αποκατασταθούν, για την πρόληψη ζημιών από τη συσσωρευμένη αιθάλη της φωτιάς. Πολύτιμες ταπετσαρίες και άλλα στοιχεία στον καθεδρικό ναό υπέστησαν ζημιές από τον καπνό.
Τον Ιανουάριο του 2005, ο καθεδρικός ναός άρχισε μια σημαντική αποκατάσταση, η οποία ολοκληρώθηκε και ο καθεδρικός ναός αφιερώθηκε ξανά την Κυριακή 30 Νοεμβρίου του 2008.
Ένα σύστημα καθαρισμού με βάση χημικές ουσίες χρησιμοποιήθηκε, όχι μόνο για την απομάκρυνση των ζημιών του καπνού που προέκυψαν από την πυρκαγιά του 2001, αλλά και τη σκοτεινή ατμόσφαιρα του αέρα των 80 ετών, που γέμιζε το εσωτερικό με ένα περίεργο φως.
Το 2008, ο καθεδρικός ναός μίσθωσε τη νοτιοανατολική γωνία της ιδιοκτησίας του, η οποία περιείχε την παιδική χαρά του καθεδρικού ναού και τον Rose Garden, στην κοινότητα AvalonBay. Ένα μοντέρνος, γυάλινος πύργο διαμερισμάτων, το Avalon Morningside Park καταλαμβάνει πλέον το χώρο.